«(…)
Ο Μπαλζάκ, ο Παπαδιαμάντης, ο Γκόρκυ, ο Λουντέμης και κάτι δισέγγονά τους όπως
ο Δημήτρης Γκιώνης καθώς και η κυρία Τούλα Μπούτου, έχουν αυτή τη συγκινητική
ΑΜΕΣΟΤΗΤΑ, το «οικείο ύφος». Τους γνωρίζεις τους ήρωές τους. Δεν είναι
εξωγήινοι ούτε ‘προκάτ’ ειδικών ηθικοδιδασκάλων. Είναι ο κόσμος. Είναι η κοπέλα
της διπλανής πόρτας. Είναι ο θυρωρός μου ή ο δάσκαλός του 1ου, το
ίδιο κάνει. Διαφορά δεν έχουν αυτά που νιώθουν οι άνθρωποι όταν αγαπούν: λίγο –
περισσότερο – παράφορα – απελπισμένα κλπ. αλλά… αλλά το πώς γράφονται αυτά τα
‘αυτά’.
Η κα Μπούτου είναι αμείλικτα γνήσια.
Αυτό δεν θα πει trivial,
θα πει familiere,
οικεία. Δεν μπορεί το γαλλοελληνικό λεξικό το Μπαλζάκ χυδαίο. Τα χάλια των
ανθρώπων είναι δικά τους και είμαστε υποχρεωμένοι να τα «δίνουμε» ως έχουν. Το
‘ως έχουν’ δεν είναι χυδαίο εκτός αν μεταχειριστείς τρόπους, λέξεις,
υπονοούμενα, νοητικές παγίδες χυδαίες.
Η κα Τούλα Μπούτου είναι πολύ σπουδαία
συγγραφέας. Τα διηγήματά της τα έζησα όλα ομαλότατα και δεν σκόνταψα σε κανένα
ψυχολογικό «λόξυγκα» διαβάζοντάς τα. Κύλησαν, με πήραν κι εμένα και με φέραν
στην όχθη με τη σημαδούρα που έλεγε: Πολύ ωραία, φτάσατε
Όταν τα πράγματα δεν γράφονται σωστά,
στην όχθη δεν φτάνεις ποτέ. Γιατί το παρατάς το βιβλίο στη μέση»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου