Περιμένοντας…
κάποιο αύριο
Αύγουστος 2014, Βουλιαγμένη
Ακούω στην TV
Αυτά τα επαναλαμβανόμενα, τα ανούσια. Και
τα βαρετά…. Τόσο! Μα τόσο! Σήμερα
μας πληροφορούν πόσο στοίχισε το κάθε μονόπετρο διασήμων – ωραίων – μοιραίων
γυναικών που τους χάρισε στους αρραβώνες τους ο εκλεκτός τους (ένας από τους
τόσους, ίσως αυτός που αγόρασε το πιο ακριβό)
Ακούς τιμές εκατομμυρίων δολαρίων και…
χασμουριέσαι. Και η μνήμη σε σώζει… με μια τόσο δροσερή παλινδρόμηση.
Ημέρες κατοχής – ιταλογερμανικής. Μέρες
τραγικές, βαθιά Ελληνικές ώρες, κόσμος αλαλιασμένος μα ορθός! Δημιουργικός
πνευματικά! Ελπιδοφόρος σε προσμονές. Και τα νιάτα τα πεινασμένα, τα
κακοντυμένα, τα δροσερά, τα ζωντανά σε ψυχή και σώμα. Κι είναι Πρωτομαγιά. Κι η
παρεούλα (αψηφώντας και κάποιες αδέσποτες σφαίρες και κάποιες μπότες
απειλητικές και κάποια μπουντρούμια που καραδοκούν), ετοιμάζονται για περίπατο
στα «μπακακάκια» την πράσινη μαγεία εκεί μετά τα Πατήσια… όπου είναι γεμάτη
πρασινάδα, πουλιά και βατραχάκια (από κει τη βαφτίσανε ‘τα μπακακάκια’)
Προχωρούνε τα παιδιά τραγουδώντας,
χοροπηδώντας, αδιαφορώντας για τα «κακά» και «αγαπώντας την ομορφιά!» Με
αγκαλιά τη Νιότη! Πασπαλισμένοι τον Πρώτο Έρωτα. Τα δυο ερωτευμένα 15χρονα
πρώτα… Ίσα που κρατιούνται από τα δάχτυλα των δυο χεριών και η σπίθα που ανάβει
ανάμεσά τους ένας ΠΑΙΑΝΑΣ που φτάνει ως τα ουράνια. Ο Μάιος! Έφτασε!
«Έχω ένα δώρο», λέει το αγόρι.
«Δώρο για μένα;» λέει η ξανθούλα.
«Ναι… έψαχνα να βρω τον αρραβώνα μας… Να
τον φορέσεις!»
«Να φορέσω τι; Τι αγόρασες; Με τι;»
«Ένας κρίκος χρυσός από τις κουρτίνες»…
Κάπου η κουρτίνα θα κρέμεται ανεπαισθήτως.
Δεν πειράζει. Αρκεί που υπάρχει ο κρίκος.
Της τον περνάει στο δαχτυλάκι, έτσι στα
κρυφά, να μην δουν τ’άλλα παιδιά. Το δαχτυλάκι τόσο λεπτό, ο κρίκος τόσο
πρόθυμος, χώρεσε, αγκάλιασε, έλαμψε… όσο τα δαχτυλίδια των εκατομμυρίων
δολαρίων.
Αν πέφτανε μαζί στην λάσπη, την ίδια λάσπη
θα εισπράτανε μα ενώπιον του ουρανού που παρακολουθούσε περίεργος είναι κάποιες
επικουρικές αχτίδες του ηλίου που χιλιοφίλαγε για τον κρίκο της κουρτίνας κι
έτσι κάτι παραπάνω εισέπραξε απ’αυτές σε χρυσοφώς!
Μείνανε τελευταία στη σειρά των παιδιών
που τραγουδούσαν και χοροπηδούσαν.
Έσκυψε το αγόρι κι ένα πεταχτό, μαγιάτικο
φιλί στα χειλάκια της αρραβωνιαστικιάς. Ένα αγκάλιασμα μυστικό, ηδονικό,
λαμπροστόλιστο νιάτα κι ελπίδα. Που άξιζε για ατέλειωτες νύχτες ολοκληρωμένου
έρωτα. Για τη «φάση» όπως λένε τώρα το περιστασιακό, γρήγορο ερωτικό σμίξιμο,
Που δεν αφήνει ίχνος κάποιες μετέπειτα νοσταλγικής γεύσης και αναπόλησης.
Ερωτική φτήνια και παραλλαγή
Τ.Μ.